Θρόμβωση


 Με τον όρο θρόμβωση στην ιατρική περιγράφεται η μετατροπή του αίματος από την φυσιολογική υγρή μορφή του, σε στερεή. Η διαδικασία της ενεργοποίησης του πηκτικού μηχανισμού στο εσωτερικό των αγγείων αποτελεί μία αυτόματη αντίδραση του οργανισμού, η οποία λαμβάνει χώρα είτε για να προστατευθεί εκείνος από μία μαζική απώλεια αίματος (πχ. αιμορραγία από τραύμα), είτε εξαιτίας κάποιας παθολογίας της οποίας οι συνέπειες πυροδοτούν την έναρξη της διαδικασίας της πήξης στο εσωτερικό του αγγείου (πχ. θρομβοφιλία).

Το οξύ θρομβωτικό σύμβαμα συχνότατα συνοδεύεται από υψηλά ποσοστά νοσηρότητας και θνητότητας για τον πληθυσμό, με σοβαρότατες κοινωνικές αλλά και δημοσιονομικές συνέπειες.

Ανάλογα με το είδος του αγγείου που εμπλέκεται στο θρομβωτικό επεισόδιο οι θρομβώσεις διακρίνονται σε φλεβικές και αρτηριακές.

Η φλεβική θρόμβωση προκαλείται από την αλληλεπίδραση σε μεγαλύτερο η΄μικρότερο βαθμό τριών παραγόντων: α. της στάσης του αίματος στο εσωτερικό του αγγειακού αυλού (κιρσοί κάτω άκρων, παθολογίες που υποχρεώνουν τον ασθενή σε μακροχρόνια κατάκλιση όπως κατάγματα λεκάνης η’ αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια), β. της τραυματικής κάκωσης του εσωτερικού τοιχώματος του αγγείου (ενδοθήλιο), σύμβαμα το οποίο ενεργοποιεί την έναρξη της αλυσίδας της πήξης (πχ. ενδοπυελικά πιεστικά φαινόμενα κατά την διαδικασία της κύησης και του τοκετού, κατάγματα, κλπ) και, γ. της αλλαγής του μοντέλου ροής του αίματος στο εσωτερικό του αγγείου τόσο εξαιτίας της διαταραχής του ομαλού συνεχούς του τοιχώματος (στενωτικές βλάβες), οσο και εξαιτίας της αλλαγής της σύστασης του αίματος που προκαλείται από παθολογικά αίτια όπως οι θρομβοφιλίες, ο καρκίνος, η΄τα αυτοάνοσα νοσήματα.

Συχνά οι φλεβικές θρομβώσεις που αφορούν το επιπολής (επιφανειακό) φλεβικό δίκτυο χαρακτηρίζονται από ηπιότερη συμπτωματολογία (κλινική εικόνα θρομβοφλεβίτιδας), ενώ οι θρομβώσεις του εν τω βαθει φλεβικού δικτύου εμφανίζονται με βαρύτερη κλινική εικόνα η οποία όχι σπάνια μπορει να προκαλέσει ακόμη και τον θάνατο του ασθενή (περίπου 1 θάνατος κάθε 100 περιστατικά που δεν έλαβαν διαχείριση).

Οι κυριότερες επιπλοκές της φλεβικής θρόμβωσης είναι η πνευμονική εμβολή (απόφραξη τμήματος της πνευμονικής κυκλοφορίας από τμήμα θρόμβου που αποκολλήθηκε σε χαμηλότερο ανατομικό επίπεδο και συμπαρασύρθηκε έως τους πνεύμονες) και η κυανή επώδυνη φλεγμονή των άκρων (φλεβική γάγγραινα που προκλήθηκε εξαιτίας του εκσεσημασμένου οιδήματος της περιοχής και της εγκατάστασης συνδρόμου μυϊκού διαμερίσματος που επιφέρει τη νέκρωση του άκρου, παθολογία που χρήζει ακρωτηριασμό).

H αρτηριακή θρόμβωση προκαλείται κυρίως εξαιτίας της ύπαρξης αθηρωματικής πλάκας στο εσωτερικό του αγγείου η οποία καταλήγει κάποια στιγμή να αποφράξει τον αυλό και να διακόψει την ροή του αίματος, η’ άλλοτε προκαλεί πόλο έλξης για την συσσώρευση αιμοπεταλίων και δημιουργία αιμοπεταλιακού (στο αρχικό του στάδιο) θρόμβου. Άλλες αιτίες είναι οι καρδιακή αρρυθμία (κολπική μαρμαρυγή), όπου ο θρόμβος σχηματίζεται στο εσωτερικό του αριστερού καρδιακού κόλπου και από εκεί εκτοξεύεται προς τυχαία κατεύθυνση, τα αρτηριακά ανευρύσματα, οι διάφορες θρομβοφιλίες και τα αυτοάνοσα νοσήματα (πχ. αρτηρίτιδες).

Οι επιπλοκές της αρτηριακής θρόμβωσης αφορούν την ανατομική περιοχή στην οποία πορεύεται το αγγείο στο οποίο συμβαίνει η βλάβη και φυσικά το όργανο στόχο το οποίο το αγγείο αυτό αρδεύει (πχ. αν η θρόμβωση συμβεί στην στεφανιαία αρτηρία επέρχεται έμφραγμα του μυοκαρδίου, αν συμβεί στην μεσεντέριο αρτηρία επέρχεται εντερική νέκρωση, αν συμβεί στην μηριαία αρτηρία το πόδι γίνεται ισχαιμικό και απειλείται η βιωσιμότητά του, κλπ).

Τα οξέα αρτηριακά θρομβωτικά επεισόδια έχουν πάντα βαρύτερη κλινική εικόνα σε σύγκριση με τα φλεβικά και απαιτούν άμεση επεμβατική αντιμετώπιση λόγω της υψηλής νοσηρότητας και θνητότητας που προκαλεί η διακοπή της αιματικής άρδευσης του όργανου στόχου (πχ. η εμβολή του κάτω άκρου προκαλεί μη αναστρέψιμες βλάβες μετά από περίπου 32-36 ώρες με αποτέλεσμα την απώλεια του άκρου).

Στην φαρέτρα για την θεραπεία της θρόμβωσης ο εξειδικευμένος γιατρός διαθέτει τρία όπλα: α. τα αντιπηκτικά φάρμακα (πχ.ηπαρίνη), β. τις τεχνικές θρομβόλυσης (φαρμακευτική, μηχανική, η΄φαρμακομηχανική θρομβόλυση) και, γ. τις τεχνικές απομάκρυνσης του θρόμβου με ανοικτή επέμβαση (θρομβεκτομή, τεχνικές αρτηριακής παράκαμψης, ενδαρτηρεκτομή), η’ με ενδοαγγειακή αποκατάσταση (αγγειοπλαστική με η’ χωρίς χρήση ενδοαυλικού νάρθηκα –stent- ). Τέλος, οσον αφορά τις φλεβικές θρομβώσεις των άκρων, πέραν του φαρμακευτικού παράγοντα σημαντικό ρόλο στην καλή έκβαση του επεισοδίου παίζει και η εφαρμογή ειδικής ελαστικής κάλτσας, τον τύπο της οποίας και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της, ορίζει ο ειδικός γιατρός κατά περίσταση, ενώ όσον αφορά τις θρομβοφιλίες και τα αυτοάνοσα νοσήματα η διαχείριση οφείλει να γίνεται με την συμβολή των αιματολόγων και ρευματολόγων.