Η επίδραση της περιβαλλοντικής ρύπανσης στο ορμονικό σύστημα του ανθρώπου


Τα τελευταία χρόνια έχει διαπιστωθεί ότι υπάρχουν χημικές ουσίες, προερχόμενες από το περιβάλλον, οι οποίες μιμούνται την δράση των ορμονών και οι οποίες παρεμβαίνουν στην ομαλή λειτουργία του ορμονικού συστήματος τόσο του ανθρώπου, όσο και των ζώων. Οι ουσίες αυτές ονομάστηκαν ενδοκρινικοί διαταράκτες (endocrine disruptors).

Οι χημικές ουσίες που μπορεί να δράσουν σαν ενδοκρινικοί διαταράκτες είναι προϊόντα της χημικής βιομηχανίας (πολυχλωριωμένα διφαινύλια, πολυβρωμιούχα διφαινύλια και οι διοξίνες), πλαστικά (δισφαινόλη-Α), πλαστικοποιητές (φθαλικές ενώσεις) και άλλα. Τα πολυχλωριωμένα διφαινύλια είναι μονωτικά υλικά, ενώ τα πολυβρωμιούχα διφαινύλια έχουν χρησιμοποιηθεί σαν επιβραδυντικά της ανάφλεξης σε διάφορες συσκευές. H Δισφαινόλη-Α χρησιμοποιείται στην βιομηχανία των πλαστικών από 50 περίπου χρονιά και συμβάλλει στην παραγωγή διαφανούς και σκληρού πλαστικού. Χρησιμοποιήθηκε σε πλαστικά μπιμπερόν, πλαστικά μπουκάλια νερού, ιατρικές και οδοντιατρικές συσκευές, οικιακές συσκευές, στα κουτιά των αναψυκτικών. Οι φθαλικές ενώσεις κάνουν τα πλαστικά πιο μαλακά και έχουν χρησιμοποιηθεί σε παιδικά παιχνίδια, προϊόντα περιποίησης, συσκευασίες τροφίμων, υλικά οικοδομών, στο πλαστικό περίβλημα φάρμακων και συμπληρωμάτων διατροφής ακόμη και σε ιατρικές συσκευές. Επίσης σαν ενδοκρινικοί διαταράκτες μπορούν να δράσουν γεωργικά φάρμακα (παρασιτοκτόνα και μυκητοκτόνα), τα φυτοοιστρογόνα και τα βαρέα μέταλλα (oπως ο μόλυβδος, ο υδράργυρος και άλλα). Το DDT παρόλο που έχει καταργηθεί στη Ευρώπη και στην Αμερική από τις αρχές της δεκαετίας του 70, ακόμα χρησιμοποιείται σε ορισμένες χώρες της Αφρικής, Ασίας και Νοτίου Αμερικής.

Οι ενδοκρινικοί διαταράκτες συνήθως είναι μίγματα χημικών ουσιών με πολλαπλές επιδράσεις. Μπορεί να είναι πολύ διαδεδομένη η χρήση τους, οι πηγές έκθεσης να είναι πολλαπλές και να ποικίλλουν στα διάφορα σημεία του πλανήτη. Μπορεί να μην μεταβολίζονται ή οι μεταβολίτες τους να είναι επίσης τοξικές ουσίες. Συνήθως έχουν μεγάλο χρόνο ημίσειας ζωής, δηλαδή μένουν στον οργανισμό για μεγάλο χρονικό διάστημα, σε ορισμένες περιπτώσεις για πολλά χρόνια. Η έκθεση στους ενδοκρινικούς διαταράκτες μπορεί να συμβεί από την τροφή, το νερό, τον αέρα και το έδαφος, αλλά επιπροσθέτως μέσω του πλακούντα και μέσω του θηλασμού. Ιδιαίτερα εκτεθειμένα είναι ορισμένα άτομα σε χώρους εργασίας, όπως οι εργάτες στην χημική βιομηχανία ή οι αγρότες που έρχονται σε επαφή με φυτοφάρμα.

Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν πολλές επιστημονικές μελέτες, σε διάφορα σημεία του πλανήτη, που αναφέρουν ότι οι ενδοκρινικοί διαταράκτες (πολυχλωριωμένα διφαινύλια, παράγωγα της διοξίνης, DDT, μόλυβδος) επιδρούν ιδιαίτερα στον οργανισμό των παιδιών και μπορεί να προκαλέσουν διαταραχές στην εμφάνιση της εφηβείας (όπως πρώιμη ή καθυστερημένη εφηβεία και άλλες διαταραχές). Η ρύπανση του περιβάλλοντος με βιομηχανικά απόβλητα μπορεί να φθάσει στον άνθρωπο και μέσω της κατανάλωση ψαριών. Παρατηρήθηκε ότι όταν εκτεθεί η μητέρα κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης στις χημικές αυτές ουσίες (μεσω της τροφής), μπορεί στις κόρες να παρατηρηθούν διαταραχές στην εμφάνιση της εφηβείας και αύξηση του σωματικού βάρους.

Η έκθεση σε ενδοκρινικούς διαταράκτες μπορεί να επηρεάσει το γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα, προκαλώντας διαταραχές στην έμμηνο ρύση (DDT και πολυχλωριωμένα διφαινύλια) και επηρεάζοντας την ηλικία εμμηνόπαυσης. Η δισφαινόλη-Α εχει ανιχνευθεί στο αμνιακό υγρό κατά την κύηση, στο μητρικό γάλα, αλλά και στο ωοθυλακικό υγρό.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρήθηκε αυξημένη συχνότης διαταραχών στο ανδρικό αναπαραγωγικό σύστημα, όπως κρυψορχία (συγγενής ανωμαλία όπου δεν έχει συμβεί η κάθοδος των όρχεων στο όσχεο), υποσπαδίας (ατελής ανάπτυξη του τελικού τμήματος της ουρήθρας), ελαττωμένη ποιότητα σπέρματος και καρκίνος όρχεως. Η αύξηση της συχνότητας αυτών των διαταραχών αποδόθηκε σε τοξικές ουσίες προερχόμενες από το περιβάλλον ή/και σε γενετικές ανωμαλίες. Παρατηρήθηκε ότι οι διαταραχές στο ανδρικό αναπαραγωγικό σύστημα είναι συχνότερες σε παιδιά που κατοικούν κοντά σε χώρους υγειονομικής ταφής αποβλήτων, καθώς και σε παιδιά των οποίων οι γονείς εκτίθενται σε φυτοφάρμακα, παρασιτοκτόνα και άλλες τοξικές χημικές ουσίες. Ειδικότερα παρατηρήθηκε σε ορισμένες Ευρωπαϊκές χώρες ότι οι διαταραχές αυτές είναι συχνότερες σε κατοίκους περιοχών κοντά (3km) σε χώρους υγειονομικής ταφής αποβλήτων. Στην Δανία παρατηρήθηκε αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης κρυψορχίας σε γιούς γυναικών, οι οποίες εκτίθεντο σε φυτοφάρμακα. Στην Ισπανία μελετήθηκαν νεογέννητα αγόρια με ανωμαλίες του ουρογεννητικού συστήματος και βρέθηκαν αυξημένα παρασιτοκτόνα και άλλες τοξικές χημικές ουσίες στον πλακούντα στα παιδιά με τις ανωμαλίες αυτές σε σχέση με τα υγιή παιδιά. Στη Σουηδία παρατηρήθηκαν αυξημένα επίπεδα ενός παρασιτοκτόνου σε άνδρες με καρκίνο όρχεως και ενώ στις μητέρες τους βρέθηκαν αυξημένα επίπεδα πολυχλωριωμένων διφαινυλίων και πολλών φυτοφαρμάκων.

 

Τα τελευταία χρόνια διαπιστώνεται ότι χημικές ουσίες που αποτελούν μέρος του καθημερινού περιβάλλοντος των ανθρώπων μπορούν να επιδράσουν και στην θυρεοειδική λειτουργία, επιδρώντας στην πρόσληψη του ιωδίου από τον θυρεοειδή, στην δράση της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης, στην σύνδεση με τον υποδοχέα των θυρεοειδικών ορμονών καθώς και στην μεταφορά και στον μεταβολισμό των θυρεοειδικών ορμονών. Κάποιοι πιθανοί διαταράκτες της θυρεοειδικής λειτουργίας έχουν μελετηθεί αποκλειστικά in vitro ή σε πειραματόζωα και η δράση τους στον άνθρωπο παραμένει υπό διερεύνηση. Παρατηρήσεις σε πειραματόζωα έδειξαν ότι η έκθεση σε ενδοκρινικούς διαταράκτες (κυρίως σε ορισμένα ζιζανιοκτόνα) οδηγεί σε υπερπλασία, υπερτροφία των θυλακωδών κυττάρων και πιθανόν και εμφάνιση όγκων θυρεοειδούς.

Οι ενδοκρινικοί διαταράκτες είναι πιθανόν να επηρεάζουν την έκφραση των γονιδίων (επιγενετικό μηχανισμό) και οι επιδράσεις αυτές να κληρονομούνται, όπως προκύπτει από παρατηρήσεις στα πειραματόζωα.

Παρόλο που η μελέτη της επίδρασης της περιβαλλοντικής ρύπανσης στο ορμονικό σύστημα του ανθρώπου είναι δύσκολη, λόγω του ότι μπορεί να μεσολαβήσει ένα μεγάλο χρονικό διάστημα από την έκθεση έως την εμφάνιση των συμπτωμάτων, οι έως τώρα επιστημονικές έρευνες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το ορμονικό σύστημα του ανθρώπου επηρεάζεται σημαντικά από την περιβαλλοντική ρύπανση. Οι ενδοκρινικοί διαταράκτες μπορούν να εισέλθουν στον ανθρώπινο οργανισμό όχι μόνο από τις προφανείς οδούς έκθεσης (την τροφή, το νερό, τον αέρα ή το έδαφος), αλλά επιπροσθέτως μέσω του πλακούντα και μέσω του θηλασμού. Ο άνθρωπος είναι ιδιαίτερα ευάλωτος κατά την παιδική ηλικία και κατά την εμβρυική ζωή. Είναι λοιπόν σημαντικό αφενός να ενημερωθεί το ευρύ κοινό για τους κινδύνους από την περιβαλλοντική ρύπανση και αφετέρου να ληφθούν μέτρα προστασίας από την πολιτεία.