Διαμαρτυρία ΙΣ Κέρκυρας για την άρση του τεκμηρίου αθωότητας των ιατρών

 Ο νόμος 4600/2019 (ΦΕΚ 43Α΄), καθώς, επίσης, και η  δημοσιευθείσα στις 22.4.2019 Υπουργική Απόφαση  Γ5α/Γ.Π. οικ. 24768, ΦΕΚ 1373/22-4-2019 τ.Β, είναι σαφές ότι συνιστούν κατάφωρη παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας, το οποίο αποτελεί   θεμελιώδη αρχή του Ελληνικού Ποινικού Δικονομικού Δικαίου. Για άλλη μία φορά, η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Υγείας κατάφερε να προκαλέσει την, απολύτως δικαιολογημένη, αγανάκτηση στους ιατρούς όλης της χώρας και να πυροδοτήσει, παράλληλα, αίσθημα ανασφάλειας και αμφιβολίας για το μέλλον τους.

         Πιο συγκεκριμένα, στην υπουργική απόφαση  Γ5α/Γ.Π. οικ. 24768 ΦΕΚ 1373/22-4-2019 τ. Β με τίτλο «Καθορισμός δικαιολογητικών, διαδικασίας, όρων και προϋποθέσεων για τη χορήγηση βεβαίωσης άσκησης ιατρικού επαγγέλματος καθώς και τίτλου ιατρικής ειδικότητας», στο άρθρο 4  παρ. γ., αναφέρεται ρητά ότι ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος  αναστέλλει την άδεια άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος, εφόσον ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον του ιατρού για τα αδικήματα της περίπτωσης ε΄ του άρθρου 114 του ν.4600/2019 (ΦΕΚ 43Α΄).

        Τόσο ο νόμος 4600/2019 (ΦΕΚ 43Α΄), όσο και η υπουργική απόφαση ΦΕΚ 1373/22-4-2019 τ. Β, καταργούν αυτόματα το τεκμήριο της αθωότητας των γιατρών της χώρας. Κι αν, την πρώτη φορά, στον νόμο η αναστολή της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος μόνο με την άσκηση ποινικής δίωξης ήταν λάθος,  η επανάληψή της στην υπουργική απόφαση αποτελεί συνειδητή επιλογή. Ανατρέχοντας, μάλιστα, στον νόμο 4600/2019 και στο άρθρο 115, ιδιαίτερη αίσθηση προκαλεί η εσφαλμένη παραπομπή του άρθρου 115, στο άρθρο 116, παρ. ε (;). Ορθογραφικό σφάλμα ή μια ακόμα απόδειξη της προχειρότητας στη σύνταξή του ;                             

 Υπό το πρίσμα των συνταγματικών αρχών της προστασίας της αξίας του ανθρώπου (άρθρο 2) , της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του ατόμου (άρθρο 5), καθώς και του τεκμηρίου της αθωότητας, το οποίο κατοχυρώνεται στις υπερνομοθετικού χαρακτήρα διατάξεις του προαναφερθέντος άρθρου 6 (παρ.2) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,  που επιβάλλουν σε όλες τις διοικητικές αρχές να αντιμετωπίζουν τον κατηγορούμενο ως αθώο, μέχρι τη δικαστική διαπίστωση της ενοχής του και απαγορεύουν την επέλευση σε βάρος του διοικητικών συνεπειών, πριν την παύση της ισχύος του τεκμηρίου αυτού, με την έκδοση καταδικαστικής ποινικής απόφασης, τόσο το άρθρο 115 περ.γ του νόμου 4600/2019 όσο και το άρθρο 4 παρ.1 περ.γ της ανωτέρω υπουργικής απόφασης συνιστούν κατάφωρη παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας των γιατρών της χώρας. Ειδικότερα, η λήψη του προβλεπόμενου μέτρου της αναστολής της ισχύος της βεβαίωσης ή της άδειας άσκησης του επαγγέλματος του ιατρού  σε περίπτωση άσκησης ποινικής δίωξης κατά αυτού για τα προαναφερθέντα αδικήματα, επιβάλλεται μεν  σε βάρος του ιατρού για λόγους δημοσίου συμφέροντος και εύρυθμης λειτουργίας των υπηρεσιών υγείας αποβλέποντας  στην προσωρινή απομάκρυνσή του και στην αδυναμία του να ασκεί τα καθήκοντά του,  ωστόσο το γεγονός ότι απαιτείται μόνο η άσκηση ποινικής δίωξης κατά αυτού για την ενεργοποίηση της εν λόγω διαδικασίας και όχι καταδικαστική απόφαση ή έστω αμετάκλητη παραπομπή ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου για τα προβλεπόμενα αδικήματα, πλήττει τον ιατρό με τέτοια σφοδρότητα, ώστε πλέον το μέτρο αυτό να προσλαμβάνει ποινική χροιά και να λογίζεται ως «ποινική κύρωση», κατά την έννοια του άρθρου 6 της Ε.Σ.Δ.Α., η οποία και ενεργοποιεί  την εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού. Περαιτέρω, τοιουτοτρόπως παραβιάζεται και το άρθρο  17 του Συντάγματος και του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., καθόσον παραβιάζεται το περιουσιακό δικαίωμα  του ιατρού στην εξασφάλιση βιοποριστικών πόρων, για να μπορεί να καλύψει τις βασικές ανάγκες του ιδίου και της  τυχόν οικογένειάς του.  Για το λόγο αυτό, εξάλλου,  οι επίμαχες διατάξεις παραβιάζουν τη συνταγματική αρχή της  αναλογικότητας (άρθρο 25 του Συντάγματος), δεδομένου ότι εισαγάγουν μια ρύθμιση καταφανώς απρόσφορη ή, εν πάση περιπτώσει , που υπερβαίνει προδήλως το αναγκαίο για την επίτευξη του ανωτέρω δημοσίου συμφέροντος σκοπού μέτρο. 

      Με τα δεδομένα αυτά, ο ΙΣ Κέρκυρας, έπειτα από απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου, θεωρεί επιβεβλημένη την προσφυγή στο αρμόδιο Ελληνικό Δικαστήριο και συντάσσεται με τον ΙΣ Ηρακλείου, προκειμένου να ακυρωθούν οι ανωτέρω διατάξεις του νόμου 4600/2019 και της σχετικής υπουργικής απόφασης.